Τo πρόγραμμα έχει λάβει την έγκριση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής για την εφαρμογή του κατά τη σχολική χρονιά 2019-2020.
Σήμερα συνέβη κάτι αναπάντεχο, κάτι που ποτέ δεν περίμενα! Έλαβα μία επιστολή από έναν συγγενή που πέθανε πρόσφατα, η οποία έλεγε: Αγαπητέ μου ανιψιέ, Ξέρω πως κατά τη διάρκεια της ζωής μου δεν γνωριστήκαμε, αλλά θέλω να μάθεις πως σου αφήνω κληρονομιά το απέναντι σπίτι, γνωστό ως βίλα Κλωναρίδη. Πολλές ευχές Η θεία που ποτέ […]

Σήμερα συνέβη κάτι αναπάντεχο, κάτι που ποτέ δεν περίμενα! Έλαβα μία επιστολή από έναν συγγενή που πέθανε πρόσφατα, η οποία έλεγε:

Αγαπητέ μου ανιψιέ,

Ξέρω πως κατά τη διάρκεια της ζωής μου δεν γνωριστήκαμε, αλλά θέλω να μάθεις πως σου αφήνω κληρονομιά το απέναντι σπίτι, γνωστό ως βίλα Κλωναρίδη.

Πολλές ευχές
Η θεία που ποτέ δε γνώρισες

Διαβάζοντας, λοιπόν, το γράμμα έμεινα άφωνος. Εγώ, ένας απλός, κανονικός, κοινός υπάλληλος της αστυνομίας να έχω μια τέτοια κληρονομιά από κάποιον μακρινό συγγενή που δεν γνώρισα ποτέ, πώς γίνεται κάτι τέτοιο;

Επισκέφθηκα αμέσως το σπίτι, στην τρίτη πόρτα δεξιά σε ένα παράξενο δωμάτιο βρήκα ένα σημείωμα: «Αν θέλεις να αποκτήσεις το σπίτι αυτό, συνάντησέ με αύριο τα μεσάνυχτα εδώ!»

Δεν μπορούσα να σταματήσω να το σκέφτομαι, δεν κοιμήθηκα όλο το βράδυ. Σήμερα δεν θα πάω στη δουλειά, έχω τόση αγωνία για το βράδυ! Το απόγευμα πλησιάζει, ο χρόνος περνάει αργά και βασανιστικά. Τέσσερις ώρες έμειναν…τρεις…δύο…μία… Κλειδώνω το σπίτι και φεύγω. Περνάω στο απέναντι πεζοδρόμιο και μπαίνω στη βίλα.

Η ατμόσφαιρα είναι αποπνικτική, το εγκαταλελειμμένο σπίτι μοιάζει πιο ερειπωμένο από ποτέ. Ακούω έναν θόρυβο σαν ένα τηλέφωνο χτυπάει. Ακολουθώ τον ήχο και βρίσκω το τηλέφωνο, χωρίς δεύτερη σκέψη το σηκώνω.

– Παρακαλώ, λέω στο ακουστικό

– Βλέπεις το κόκκινο φως στα αριστερά; Ακολούθησέ το!, είπε μια φωνή.

Γεμάτος τρόμο πηγαίνω όπου πάει το φως. Ξαφνικά βρίσκομαι σε ένα δωμάτιο που ποτέ δεν είχα ξαναδεί, σαν δωμάτιο φάντασμα! Βλέπω μια σκιά στον τοίχο του δωματίου, όχι όμως μια αποιαδήποτε σκιά, μια σκιά αλλόκοτης φιγούρας ανθρώπου, σαν ένα φάντασμα. Ακούγεται ένα ουρλιαχτό και μπουμπουνητά. Πάω προς το παράθυρο να δω αν βρέχει, αλλά έξω δεν συμβαίνει τίποτα, επικρατεί απόλυτη ησυχία. Γυρνάω το κεφάλι απότομα και βλέπω στον απέναντι τοίχο έναν μικρό, στρογγυλό καθρέπτη. Ακούγεται μια παράξενη και άγνωστη φωνή:

– Ανιψιέ μου…ανιψιέ μου… εγώ είμαι η θεία σου. Εσύ είσαι, λοιπόν, ο περίφημος κληρονόμος της βίλας!

– Και εσύ είσαι ο…, λέω ειρωνικά για να μην φανώ φοβισμένος

– Εγώ, εξυπνάκια, σκότωσα τη θεία σου και, εάν συνεχίσεις, θα είσαι ο επόμενος που θα βγει από τη μέση!

– Ώστε εσύ έκανες το έγκλημα!

– Ναι, ήθελα αυτό το σπίτι και, όταν έμαθα ότι ανήκε στη θεία σου, έκανα τα αδύνατα δυνατά για να το αποκτήσω!

– Φαίνεται όμως πως ξέχασες κάτι ή μάλλον κάποιον, είπα για να κερδίσω χρόνο και να βγάλω το κινητό από την τσέπη.

– Πες μου, λοιπόν, για αυτή την περίφημη θεία μου είπα βάζοντας το κινητό πίσω από την πλάτη μου και προσπαθώντας να καλέσω την αστυνομία.

– Δεν γνωρίζω πολλά για εκείνη, απάντησε εκείνος, ξέρω ομως πως είχε πολλά κότσια, αφού πάλεψε για το σπίτι πριν πεθάνει. Ελπίζω να μην με κουράσεις και εσύ τόσο.

– Μπορείς να ελπίζεις όσο θες, εγώ ήρθα εδώ για να παλέψω!, είπα

Ξαφνικά ακούγεται η σειρήνα περιπολικού. Ακούγεται η φωνή του συνάδελφού μου, του Μανόλη, στο μεγάφωνο: «Ακίνητοι!». Οι αστυνομικοί σπάνε την πόρτα και μπαίνουν μέσα, πιάνουν τον δολοφόνο και του περνούν χειροπέδες. Πηγαίνουμε στο αστυνομικό τμήμα, αναφέρω όλα όσα έγιναν με κάθε λεπτομέρεια, κλείνουν τον άντρα στη φυλακή.

Το επόμενο πρωί εγώ και ο επιθεωρητής πήγαμε στη βίλα για να εξετάσουμε τον τόπο του εγκλήματος, αφού όλα είχαν τελειώσει. Όταν ολοκληρώσαμε την εξέταση, πήγα ξανά στη δουλειά, επέστρεψα σπίτι και σιγά σιγά η ζωή μου άρχισε να ξαναγυρίζει στους κανονικούς της ρυθμούς, όπως εγώ ήθελα. Μια συνηθισμένη, καθημερινή μέρα!
Μυρτώ Στεφανή, Μαρία Τόλη