Τo πρόγραμμα έχει λάβει την έγκριση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής για την εφαρμογή του κατά τη σχολική χρονιά 2019-2020.
Η γνωστή δημοσιογράφος μιλάει για το πρόγραμμα «Το παιδί, η πόλη και τα μνημεία» H γνωστή δημοσιογράφος κ. Πόπη Διαμαντάκου, απερχόμενη δημοτική σύμβουλος της Αθήνας και πρόεδρος της «Τεχνόπολης», ξεκαθαρίζει ότι δεν θα είναι υποψήφια στις ερχόμενες εκλογές αλλά, καθώς η θητεία της πλησιάζει στο τέλος της, θέλει να εξηγήσει πώς αξιοποίησε την ψήφο των […]

Η γνωστή δημοσιογράφος μιλάει για το πρόγραμμα «Το παιδί, η πόλη και τα μνημεία»

H γνωστή δημοσιογράφος κ. Πόπη Διαμαντάκου, απερχόμενη δημοτική σύμβουλος της Αθήνας και πρόεδρος της «Τεχνόπολης», ξεκαθαρίζει ότι δεν θα είναι υποψήφια στις ερχόμενες εκλογές αλλά, καθώς η θητεία της πλησιάζει στο τέλος της, θέλει να εξηγήσει πώς αξιοποίησε την ψήφο των Αθηναίων.

Γιατί αποφασίσατε να δώσετε συνέντευξη, εσείς που δεν έχετε δώσει ποτέ μέχρι τώρα;
Είναι η πρώτη συνέντευξη που δίνω στη ζωή μου, αφού ως δημοσιογράφος πάντα έπαιρνα συνεντεύξεις, ενώ ταυτόχρονα έγραφα. Δεν έβρισκα ποτέ νόημα στο να μιλήσει κανείς για προσωπικά θέματα – κι αν τώρα μιλάω δημόσια, μιλάω για δημόσια θέματα. Πρέπει να ξέρουν οι Αθηναίοι και Αθηναίες που με τίμησαν εκλέγοντάς με δημοτική σύμβουλο πώς αξιοποίησα την ψήφο τους, τι έκανα στη θητεία μου στον Δήμο. Κι ό,τι πω δεν έχει σχέση με τις επερχόμενες εκλογές, αφού δεν θα είμαι ξανά υποψήφια. Συγκεκριμένα, θέλω να μιλήσω για το πρόγραμμα «Το παιδί, η πόλη και τα μνημεία», που υπήρξε δική μου ιδέα, την υιοθέτησε ο δήμαρχος Γιώργος Καμίνης μόλις την άκουσε, αλλά υλοποιήθηκε μέσα από τη συνεργασία πολλών θεσμών και ανθρώπων.

Πώς εμπνευστήκατε αυτό το πρόγραμμα; 
Είχα εκλεγεί δημοτική σύμβουλος το 2014. Μου το είχε προτείνει ο δήμαρχος, κ. Γιώργος Καμίνης. Με πολύ δισταγμό είχα πει «ναι», έχοντας μερικές ιδέες που ο καημός μου ήτανε η αξιοποίησή τους στον δημόσιο χώρο. Έχω τη γνώμη ότι πρέπει να ισχύσουν κανόνες στον δημόσιο χώρο, που να υλοποιούνται και να ισχύουν για το κοινό καλό. Σκεφτόμουν μήπως μπορέσω κι εγώ να κάνω κάτι για την πόλη μας. Εκλέχτηκα επειδή με γνώριζαν από τα γραπτά μου, στον Τύπο, ποτέ δεν είχα εκπομπή στο ραδιόφωνο ή την τηλεόραση. Αλλά δεν ήξερα τίποτα από το χάος, τη γραφειοκρατία, τη λειτουργία των θεσμών, τις ψηφοφορίες στα δημοτικά συμβούλια, το πώς γίνονται οι συνεργασίες. Βρέθηκα σε συγκρούσεις, έζησα αδυναμίες συνεννόησης, δεν έκανα και πολλά πράγματα. Μετά από δυόμισι χρόνια θητείας, πάνω που ήμουν έτοιμη να τα παρατήσω, τον Αύγουστο του 2016 μου ήρθε η ιδέα να φτιάξω ένα πρόγραμμα που να προωθεί την κουλτούρα του Αθηναίου πολίτη, στην κατεύθυνση  «σέβομαι την πόλη, τη μνήμη της, τα κτίριά της, την αγαπώ». Ήταν μια δύσκολη εποχή, μέσα στην κρίση, με πυρκαγιές που είχανε κάψει το Κέντρο, με εξαγριωμένα τα ήθη, με πληγές ανοιχτές. Σκέφτηκα ότι αν γινόταν κάτι τέτοιο θα έπρεπε να ξεκινήσει από τα σχολεία, ώστε τα παιδιά να εθιστούν από νωρίς στην αγάπη προς την πόλη. Ήθελα τα παιδιά να μαθαίνουν ένα ένα τα αγάλματα, έναν έναν τους δρόμους. Όλα αυτά είναι η μνήμη της πόλης, δεν είναι αυτονόητα πράγματα για τα παιδιά, έστω κι αν μεγαλώνουν εδώ. Αν δεν τα μάθεις, δεν τα αγαπάς. Σκέφτηκα πως θα άξιζε τα παιδιά να μάθουν τι σημαίνει συντήρηση αγάλματος και κτιρίου, ότι κάθε βανδαλισμός απαιτεί χρήματα των γονιών τους, που αφαιρούνται από τα χαρτζιλίκια τους. Έφτιαξα ένα πρώτο σκαρίφημα και πήγα στην –άγνωστή μου τότε– Θάλεια Δραγώνα, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο, που ήξερα ότι είχε τρέξει με επιτυχία άλλα παιδαγωγικά προγράμματα. Τη ρώτησα «γίνεται αυτό που σκέφτηκα;». Μου είπε «γίνεται». Ενθουσιάστηκε. Τον Σεπτέμβρη πήγα στον δήμαρχο. Κι αυτός ενθουσιάστηκε, «Προχώρα» μου είπε. Ο ίδιος μάλιστα είναι που το βάφτισε «Το παιδί, η πόλη κι τα μνημεία».

Ποια ήταν η συνέχεια; 
Ήμουν μόνη μου, χρειαζόμουν μια δομή του Δήμου για να το τρέξω. Πήγα στον κ. Κωστή Μπιτζάνη, τον διευθύνοντα σύμβουλο της «Τεχνόπολης», που είναι μια δομή η οποία παράγει πολιτισμό και κρατάει και η ίδια τη μνήμη γα το πέρασμα της πόλης στη βιομηχανική εποχή με το φωταέριο και, μέχρι σήμερα, τη σύγχρονη εποχή της τεχνολογίας.

Ναι, η «Τεχνόπολη» είναι η ίδια υλοποίηση του εαυτού της. «Φερ’ το», είπε ο κ. Μπιτζάνης, «να το ξεκινήσουμε». Πήρα λοιπόν ένα γραφειάκι στο «Innovathens», μέσα στην «Τεχνόπολη», και ξεκίνησα να ψάχνω για συνεργάτες. Mου σύστησαν τις κυρίες Μαρία Δημοπούλου και Πόπη Κύρδη, εξαίρετες παιδαγωγούς και διευθύντριες Πολιτιστικών και Περιβαλλοντικών Θεμάτων της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στο Υπουργείο Παιδείας. Έχοντας υλοποιήσει οι ίδιες πολλά προγράμματα για την πόλη, ήταν έτοιμες να ακούσουν ό,τι είχα σκεφτεί. Αυτές έδωσαν το παιδαγωγικό περιεχόμενο και ξεκινήσαμε από Νηπιαγωγεία  και Δημοτικά σχολεία.

Γιατί από Νηπιαγωγεία και Δημοτικά; 
Γιατί οι καλές πρακτικές πρέπει να εμπεδώνονται από νωρίς και μετά να προχωρούν σε μεγαλύτερες ηλικίες. Το συγκεκριμένο υλοποιείται κάτω από την «ομπρέλα» του Δήμου, αλλά ο Δήμος έρχεται από τον Άρη να κάνει μόνος του μαγικά πράγματα. «Αγαπώ την πόλη» σημαίνει μαθαίνω να είμαι πολίτης, μαθαίνω τη δημοκρατία. Γατί, όπως ξέρετε, η δημοκρατία δεν είναι ντελίβερι, πρέπει να τη μάθεις. Πρώτα πρέπει να μάθεις να συμμετέχεις στα δημόσια, τα δημοτικά πράγματα, και ύστερα μπορείς να παρέμβεις διορθωτικά. Δεν μπορείς να λες «δεν έχω ευθύνη εγώ, ας λύσει το θέμα ο Δήμος». Κάτι τέτοιο μόνο από νωρίς μπορεί να εμπεδωθεί. Κι έτσι ξεκίνησε η πρώτη χρονιά, το 2016-17. Στη συνέχεια πάντως, τη δεύτερη χρονιά, το 2017-18, μπήκε στο παιχνίδι και η δευτεροβάθμια εκπαίδευση, δηλαδή Γυμνάσια και Λύκεια. Τον ερχόμενο μήνα ολοκληρώνεται η τρίτη μας χρονιά, το 2018-2019.

Πώς γίνεται η έναρξη και πώς το κλείσιμο; 
Για λόγους συμβολικούς, η έναρξη γίνεται πάντα στο παλιό Δημαρχείο της Αθήνας, που είναι από μόνο του μνημείο της πόλης, στην αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου. Η τελετή λήξης γίνεται στην «Τεχνόπολη» και κρατάει δύο μέρες για την πρωτοβάθμια κι άλλες δύο για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Τους θέλουμε όλους στην «Τεχνόπολη» για να συναντηθούν τα σχολεία μεταξύ τους, να παρουσιάσουν τα παιδιά τις εργασίες που είχαν κάνει για το πρόγραμμα. Ειδικά δε στη δευτεροβάθμια έχουμε προβλέψει στην τελετή λήξης να υπάρχουν στρογγυλά τραπέζια με μαθητές, όπου γίνεται διαβούλευση. Έτσι, οι καλύτερες πρακτικές, οι εμπειρίες και οι ιδέες συζητιούνται δημόσια. Ο τελετές λήξης είναι σαν πανηγύρι, με τα παιδιά, τους δασκάλους, τους εμψυχωτές, τους συντονιστές κλπ.

Αριθμητικά στοιχεία για το πρόγραμμα; 
Μέχρι την αρχή της τρέχουσας χρονιάς είχαν συμμετάσχει 110 σχολεία και των τεσσάρων βαθμίδων (Νηπιαγωγεία, Δημοτικά, Γυμνάσια, Λύκεια), όλης της δημόσιας εκπαίδευσης, 218 εκπαιδευτικοί και 3.100 μαθητές. Οι τελικοί αριθμοί θα είναι αυξημένοι. Το πρόγραμμα αποτελεί πλέον πυλώνα της «Τεχνόπολης». Πρόκειται για μεγάλο πρόγραμμα μεν, χαμηλού κόστους δε.

Στην πράξη τι ακριβώς γίνεται; 
Αρχικά να πω πως ό,τι μαθαίνουν τα παιδιά έχει ενταχτεί στο Ωρολόγιο Πρόγραμμα, δηλαδή δεν διδάσκεται εκτός σχολείου. Λοιπόν, τα σχολεία «υιοθετούν» ένα μνημείο της περιοχής τους. Μαθαίνουν τα πάντα γι’ αυτό. Μαθαίνουν τα πάντα για τη συντήρησή του και το υψηλό της κόστος. Σε αυτό μας βοήθησε ο Πραξιτέλης Τζανουλίνος, ένας υπέροχος συντηρητής, που τον αποκαλούν «γιατρό των αγαλμάτων». Μαθητές του πάνε εθελοντές στα σχολεία και μιλούν στα παιδιά. Για την εκπαίδευση δε των εκπαιδευτικών έχουμε επιμορφωτές που διδάσκουν εργαλεία έκφρασης, όπως ο χειρισμός των τάμπλετ, η δημιουργική γραφή, ακόμα και η χοροκίνηση. Οι εκπαιδευτές μεταφέρουν τη γνώση στα παιδιά, τα οποία φτιάχνουν ιστορίες για τα αγάλματα ή τα αναπαριστούν με κίνηση. Συγκινητικό είναι ότι αυτό βοηθάει πολύ παιδιά που δεν μιλούν καλά ελληνικά. Και δεν ξεχνώ γονείς αυτών των παιδιών, μετανάστες δηλαδή, που μας είπαν ότι χάρη στο πρόγραμμα βγαίνουν τα Σαββατοκύριακα από το σπίτι, για να τους πάνε τα παιδιά στα αγαπημένα τους αγάλματα.

Είναι οι νέοι Αθηναίοι. Ναι. Γιατί εμείς θεωρούμε πολίτες τα παιδιά από πολύ μικρά. Και θεωρούμε ότι το πρόγραμμα δεν τους μαθαίνει μόνο την πόλη, αλλά και τη συνύπαρξη, τη δημοκρατία, την αισθητική – όλα αυτά που θέλουν συνεχή προσπάθεια. Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο είναι ότι παιδιά που έχουν ήδη παρακολουθήσει το πρόγραμμα, το διδάσκουν σε επόμενα παιδιά που εντάσσονται.  Ένα παράδειγμα είναι ότι δεκάχρονοι μαθητές από σχολείο κοντά στο Πρώτο Νεκροταφείο μπορούν να εξηγούν με μεγάλη σοβαρότητα την ιστορία της «Κοιμωμένης» του Χαλεπά σε συνομήλικους συμμαθητές τους.

Υπάρχει βοηθητικό υλικό; 
Υπάρχει ένα σχετικός Οδηγός για την Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, που τον έγραψαν οι προαναφερθείσες κ. Δημοπούλου και Κύρδη, καθώς και η εξαιρετική συγγραφέας κ. Ελένη Σβορώνου. Ο Οδηγός υπάρχει σε φυσική μορφή, εκδόθηκε από την «Τεχνόπολη» σε συνεργασία με το ΠΙΟΠ. Υπάρχει επίσης και σε ηλεκτρονική μορφή, στη διεύθυνση kids4thecity. Σχεδιάζουμε ήδη ανάλογο Οδηγό και για τη Δευτεροβάθμια.

Ελπίζουμε στην τελετής λήξης της δευτεροβάθμιας, τον Απρίλιο, να παρουσιάσουμε κι ένα graphic novel, με ηρωίδα την Κατερίνα με τον σκύλο της, που χάνονται μέσα στην Αθήνα και έτσι επισκέπτονται διάφορους τόπους της πόλης. Είναι ένα σύγχρονος τρόπος να περάσουμε τα μηνύματα του προγράμματος, που είναι ο σεβασμός στον δημόσιο χώρο. Για μας αυτό είναι πολιτισμός.

Ποιοι άλλοι είναι οι συντελεστές της προσπάθειας;  
Στο Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση στάθηκε στο πλευρό μας η κ. Δάφνη Γαβρίλη, πρόεδρος του 6ου Διαμερίσματος και καθηγήτρια η ίδια στη Μέση Εκπαίδευση. Αυτή είχε την ιδέα διαβούλευσης στο τέλος κάθε προγράμματος. Επίσης, ο κ. Μανώλης Χατζηελευθερίου, διευθυντής περιβαλλοντικών θεμάτων της δευτεροβάθμιας, συντονίζει τους καθηγητές. Άλλωστε έχουμε υπογράψει μνημόνιο συνεργασίας συνολικά με το Υπουργείο Παιδείας. Συνεργαζόμαστε, επίσης, με την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών και την κ. Ειρήνη Γρατσία από τη Monumenta, που βοηθάει το πρόγραμμα να επικεντρώνεται κάθε χρονιά στα αξιόλογα κτίρια μιας ακόμα συνοικίας.

Αυτό που πρέπει να τονίσω, όμως, είναι ότι ο Δήμος, μέσω της «Τεχνόπολης», προσφέρει την υποδομή και τα εργαλεία του προγράμματος. Προσφέρει τα μέσα για να κινηθούν τα παιδιά από το σχολείο προς τα αγάλματα και τα άλλα μνημεία. Αλλά πάνω απ’ όλα όλο αυτό το συντονίζει εδική ομάδα στην «Τεχνόπολη», αποτελούμενη από την  κ. Αγγελική Τσέλιου, διαχειρίστρια του προγράμματος, και τους παιδαγωγούς κ. Παναγιώτα Δούκα και τον κ. Παναγιώτη Κουνούδη.

Ποιο είναι το μέλλον του προγράμματος; 
Το πρόγραμμα έχει σχεδιαστεί για δέκα χρόνια, ώστε να έχει σαφή αποτελέσματα για την πόλη. Ελπίζω η επόμενη δημοτική αρχή να το διατηρήσει. Έχει πλέον παγιωθεί, μετά από τρία επιτυχημένα χρόνια εφαρμογής του, έχει εξαιρετικούς και έμπειρους συνεργάτες και άριστα συντονισμένες ομάδες σε «Τεχνόπολη» και υπουργείο. Δεν υπάρχει λόγος να μη συνεχιστεί. Άλλωστε είμαστε και σε επαφή με ξενόγλωσσα ινστιτούτα (γαλλικό, ιταλικό, γερμανικό, βρετανικό) για περαιτέρω συντονισμένες δράσεις. Εντέλει είναι ένα πρόγραμμα «ομπρέλα», που μπορεί να διευρυνθεί με πολλές δράσεις, αν μεγαλώσει ακόμα περισσότερο. Μπορεί να αγκαλιάσει κι όλη την Ελλάδα, γιατί όχι;

Πηγή: https://www.athensvoice.gr